Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2009

Η Αρχιτεκτονική της Αναγέννησης




Ο όρος «Αναγέννηση» χρησιμοποιήθηκε το 1550 από τον G.Vasari αλλά καθιερώθηκε τον 19ο αιώνα από το Jacom Burchard που δημοσίευσε το βιβλίο «Πολιτισμός της Αναγεννήσεως στην Ιταλία».
Οι ιδέες της Αναγέννησης, οι αντιλήψεις της για τον άνθρωπο και οι αλλαγές που επέφερε σε όλο το πολιτιστικό γίγνεσθαι μετά τα σκοτεινά χρόνια του Μεσαίωνα, κυριάρχησαν βαθμιαία σε όλη την Ευρώπη με εξαίρεση τη Νοτιοανατολική περιοχή της που είχε περιέλθει στα χέρια των Τούρκων.
Το ιστορικό πλαίσιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε η περίοδος της Αναγέννησης, καθορίζεται από τις συνεχείς ανταγωνιστικές διαμάχες μεταξύ των δύο μεγάλων δυνάμεων, του Πάπα και του Αυτοκράτορα της Γερμανίας.
Παράλληλα, μέσα στο πλαίσιο της αλλαγής νοοτροπίας και της εξέλιξης της κοινωνικής διάρθρωσης στα αστικά κέντρα, μερικές από τις προϋποθέσεις για την ανάπτυξη της Αναγέννησης ήταν από τη μια η εγκατάσταση των αριστοκρατών μέσα στα αστικά κέντρα και οι αναμνήσεις του Ρωμαϊκού παρελθόντος και από την άλλη η μεγάλη εμπορική και οικονομική δραστηριότητα του 13ου και 14ου αιώνα που άνοιξε τους δρόμους επικοινωνίας με τον έξω κόσμο.
Παρά τις εξαιρετικές καλλιτεχνικές δημιουργίες της περιόδου αυτής, η Αναγέννηση χαρακτηρίζεται ως εποχή αναταραχών, βίας και οικονομικής ισχύος. Η θαλασσοκρατορία της Ιταλίας, η ανάπτυξη των λιμανιών, η μετάθεση των κέντρων οικονομίας, η βιοτεχνία και το εμπόριο που αντικατέστησαν την πατροπαράδοτη γεωργία έσπασαν την παλιά κλειστή και πρωτόγονη κοινωνική ζωή του Μεσαίωνα.



Τα βασικά χαρακτηριστικά της Αναγέννησης είναι η αναβίωση των τεχνών και των γραμμάτων με άμεση επίδραση από τα κλασικά πρότυπα. Ενισχυμένη από την εφεύρεση της τυπογραφίας το 1451 και την εγκατάσταση Ελλήνων διανοουμένων σε άλλες χώρες της Ευρώπης το 1453 μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, η αναβίωση των γραμμάτων βασίστηκε στη διάδοση των κλασικών ελληνικών και λατινικών κειμένων, τη δημιουργία μιας νέας παιδείας και την ανατροπή του μεσαιωνικού σχολαστικού πνεύματος. Από τις αρχές του 15ου αιώνα αναπτύσσονται τα Ουμανιστικά ιδεώδη. Παράλληλα ξεκινάει η ανάπτυξη των τεχνών. Οι μαικήνες της εποχής, όπως οι Μέδικοι στη Φλωρεντία, οι Visconti και Sforza στο Μιλάνο, οι Malatesta στο Ρίμινι κλπ υποστήριξαν, ενίσχυσαν και πήραν υπό την προστασία τους ζωγράφους, αρχιτέκτονες και γλύπτες.
Η επιστροφή στη νατουραλιστική μίμηση της φύσης, η απόδοση θεμάτων από καλλιτέχνες με μεγάλο ταλέντο, οι νέοι τρόποι έκφρασης, οι νέες τάσεις στην αρχιτεκτονική αποτελούν τις αρχές της Αναγέννησης.


Μεγάλη επιρροή δέχτηκαν οι δημιουργοί αυτής της κίνησης από την όψιμη μεσαιωνική Ευρωπαϊκή τέχνη και το Βυζάντιο.
Η Φλωρεντία προηγείται στην εν γένει πνευματική κίνηση της εποχής. Η διοίκηση της Φλωρεντίας από την οικογένεια των Μεδίκων οι οποίοι έγιναν ενθουσιώδεις υποστηρικτές των γραμμάτων και των τεχνών, της προσέδωσε μεγάλη οικονομική ισχύ. Η πόλη πήρε το όνομα «Αθήνα της Αναγέννησης».

Φλωρεντία, Duomo

Το δεύτερο κέντρο ήταν η Ρώμη ως κέντρο του Παπικού κράτους, πόλη με μεγάλο γόητρο και πλούτο και με άφθονα μνημεία που έγιναν πρότυπα μίμησης της νέας τεχνοτροπίας.
Το τρίτο κέντρο ήταν η Βενετία που ήταν η μεγαλύτερη εμπορική δύναμη της εποχής μέχρι την ανακάλυψη από τους θαλασσοπόρους και τους εξερευνητές των νέων υπερπόντιων δρόμων προς Ανατολή και Δύση. Αρκετές άλλες πόλεις ακολούθησαν τα τρία αυτά μεγάλα κέντρα. Μεγαλύτερη σημασία είχαν το Μιλάνο, η Γένοβα, το Ρίμινι, η Νεάπολη, η Μάντουα, το Ούρμπινο, η Brescia και η Βιτσέντζα.



Η εξάπλωση του κινήματος της Αναγέννησης στους άλλους λαούς της Ευρώπης συμβάδισε με την ανάπτυξη των γραμμάτων και την τόνωση των ανθρωπιστικών σπουδών και στη Γερμανία, με κύριο εκπρόσωπο τον Έρασμο (1467-1536).
Η Αναγέννηση της κλασικής αρχιτεκτονικής εντάσσεται στα πλαίσια αυτής της γενικής καλλιτεχνικής και πολιτιστικής ανανέωσης και κατέκτησε την Ευρώπη. Αρχικά παγιώθηκε στη Φλωρεντία, στη Ρώμη και επεκτάθηκε στη συνέχεια στις άλλες Ιταλικές πόλεις. Την περίοδο εκείνη της Αναγέννησης, η στροφή προς την αρχαιότητα ήταν πολύ ευρύτερη και δεν αφορούσε μόνο στην αρχιτεκτονική. Και παλιότερα ξέρουμε ότι το Βυζάντιο προκειμένου να ανανεώνεται καλλιτεχνικά στρεφόταν κάποτε στα πρότυπα της ελληνορωμαϊκής παράδοσης. Αλλά στην περίπτωση της Αναγέννησης υπήρξε μια άνευ προηγουμένου συνειδητή διαφοροποίηση και άρνηση του Μεσαίωνα και μια νέα δημιουργικότητα πάνω στις αρχαίες μορφές.



Όσον αφορά λοιπόν στην αρχιτεκτονική της Αναγέννησης, διακρίνουμε την κυρίως Ιταλική στο διάστημα μεταξύ των ετών 1420 και 1550 ενώ από το 1600 και μετά σε ολόκληρο το 17ο και μέχρι το πρώτο τέταρτο του 18ου αιώνα θα επικρατήσει ο ρυθμός Μπαρόκ. Στη Γαλλία η Αναγέννηση αρχίζει γύρω στο 1461, στη Γερμανία το 1500 περίπου ενώ στην Αγγλία το 1560. Στις χώρες αυτές υιοθετήθηκαν μεν οι Ιταλικές αρχιτεκτονικές μορφές χωρίς όμως να κατορθώσουν να φτάσουν στην ποιότητα και στη μεγάλη καλλιτεχνική αξία των Ιταλικών δημιουργημάτων.

Η Βασιλική στη Vicenza, Παλλαδιανή αρχιτεκτονική

Ο Άγιος Γεώργιος των Ελλήνων, Βενετία

Santa Maria de Giglio

Bellem Torre, Λισσαβώνα

Ο Ναός του Αγίου Μιχαήλ, Μόναχο

Chateu de Chambord 1519-1539, Γαλλία

Η ανακάλυψη του Βιτρούβιου το 1414 από τον Poggio Bracciolini συνέβαλε στη συστηματοποίηση των γνώσεων της αρχαίας αρχιτεκτονικής και βοήθησε τους προοδευτικούς αρχιτέκτονες στις εννέα συνθέσεις που βασίζονταν στις αρχαίες μορφές. Ο Βιτρούβιος, γνωστός από την εποχή του Alberti άσκησε σημαντικότατη επίδραση στην αρχιτεκτονική μέσα από τις πολλές επανεκδόσεις και μεταφράσεις του βιβλίου του «τα δέκα βιβλία της αρχιτεκτονικής».



Οι αρχιτέκτονες της Αναγέννησης καμιά σχέση δεν είχαν πια με τους «μαΐστορες» των μεσαιωνικών χρόνων. Είχαν αποκτήσει ειδικές γνώσεις, κλασική παιδεία, αυτοπεποίθηση, ατομικότητα και κύρος. Οι σπουδαιότεροι από τους καλλιτέχνες της εποχής δεν ήταν απλά αρχιτέκτονες αλλά και ποιητές, συγγραφείς, μαθηματικοί, ζωγράφοι και γλύπτες. Ίσως το πιο αντιπροσωπευτικό παράδειγμα αποτελεί ο Leone Alberti Batista. Κάποιοι άλλοι από τους μεγάλους δημιουργούς της Αναγέννησης ασχολήθηκαν μεθοδικά με τη σχολή της αρχαιότητας. Ο Palladio, ο Bruneleschi, ο Sangalio, ο Francesco di Giorgio, στα βιβλία τους περί αρχιτεκτονικής, αναφέρονται συνεχώς στα Ρωμαϊκά πρότυπα και στην ελληνική κλασική παράδοση. Ο συνδυασμός των αρχαίων μαθηματικών, των αναλογιών του Βιτρούβιου, των αναζητήσεων στην ανθρώπινη ανατομία, συνδυάστηκαν για να αντιμετωπίσουν δύο βασικά προβλήματα της αρχιτεκτονικής της αναγέννησης: Τον εσωτερικό χώρο και τους όγκους της εκκλησιαστικής αρχιτεκτονικής αλλά και τις αναλογικές σχέσεις στην οργάνωση των κτιρίων.



Μετά την ανακάλυψη της τυπογραφίας αλλά και την εφεύρεση της χαλκογραφίας στο τέλος του 15ου αιώνα μπορούσαν να κυκλοφορούν και σχέδια. Έτσι από το τέλος του 15ου αιώνα και συγκεκριμένα από το 1486 κυκλοφόρησαν πολλά θεωρητικά συγγράμματα της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής.
Δεδομένου ότι η πραγματική κλασική ελληνική αρχιτεκτονική με εξαίρεση κάποια κείμενα, λίγα αγάλματα και αγγεία ήταν εντελώς άγνωστη στους καλλιτέχνες, είναι ευνόητο ότι η μίμηση του αρχαίου κόσμου περιορίστηκε στα προσιτά γι’ αυτούς ρωμαϊκά πρότυπα.


ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΤΡΟΠΟΙ ΔΟΜΗΣ




Κατά την Αναγέννηση οι αρχιτέκτονες κατόρθωσαν να συνδυάσουν δοκούς επί στηλών και τοξωτές κατασκευές σύμφωνα με τα ρωμαϊκά πρότυπα με μια ανεπτυγμένη θολοδομία στα φέροντα στοιχεία των οικοδομών. Κατασκεύαζαν τρούλους υιοθετώντας το βυζαντινό σύστημα των σφαιρικών θόλων πάνω από τετράγωνους χώρους σε κάτοψη (χαρακτηριστική μεσοβυζαντινή αρχιτεκτονική) και με τη βοήθεια σφαιρικών τριγώνων ύψωσαν τα τύμπανα και άνοιξαν μεγάλα παράθυρα στους τρούλους αυτούς. Τα σταυροθόλια μετατράπηκαν απλώς σε αλληλοτεμνόμενα κυλινδρικά τμήματα.
Ο Andrea Palladio στο πρώτο από τα τέσσερα βιβλία του περί αρχιτεκτονικής, συνοψίζοντας τους τύπους των θόλων που χρησιμοποιούνταν στην Αναγέννηση, αναφέρει έξι τύπους: α. κυλινδρικές καμάρες, β. σταυροθόλια, γ. ασπίδες επιλοφίων πάνω από τετράγωνο χώρο, δ. σφαιρικούς θόλους πάνω από κυκλικό χώρο, ε. σκαφοειδείς θόλους, ζ. σκαφοειδείς θόλους που στηρίζονται σε πλευρικά τοξύλια



Οι τοίχοι κατασκευάζονταν από λαξευτή τοιχοποιία σε οριζόντιες στρώσεις ή και από τούβλα. Αντίθετα με τη γοτθική μορφολογία, οι λίθοι που χρησιμοποιούνταν είχαν μεγάλο μέγεθος με αποτέλεσμα να δίδεται πιο μνημειώδης εμφάνιση στο κτίριο. Στα κάτω μέρη των κτιρίων όπως π.χ. σε κάποια πρώιμα παλάτια της Φλωρεντίας χρησιμοποιούνταν μεγάλα λίθινα μέλη με χαράξεις. Αρκετές φορές στις γωνιές των κτιρίων σε όλο το ύψος του τοίχου κάποιοι δόμοι έφεραν ραβδώσεις για να δοθεί ακόμα μεγαλύτερη έμφαση στο οικοδόμημα. Οι τοίχοι που κατασκευάζονταν από αργολιθοδομή ή από τούβλα συνήθως καλύπτονταν με επίχρισμα.
Τα τόξα έγιναν κυκλικά ενώ τα παλιά γνωστά γοτθικά οξυκόρυφα καταργήθηκαν σχεδόν εντελώς. Η κατασκευή των τόξων, που έπρεπε να είναι εμφανή, γινόταν συνήθως από λαξευτούς λίθους. Οι οροφές ήταν σχεδόν πάντα θολωτές με ζωγραφική διακόσμηση στο εσωτερικό. Εξωτερικά, τα δώματα διαμορφώθηκαν επίπεδα, στοιχείο που επικράτησε τόσο στην Ιταλία όσο και στις Βενετικές κτήσεις, ενώ σε βόρειες περιοχές τοποθετούνταν πρόσθετες ξύλινες στέγες με μεγάλη κλίση.
Οι τρούλοι επίσης καλύπτονταν με ξύλινες συνήθως κατασκευές. Παράδειγμα αποτελεί ο Άγιος Πέτρος της Ρώμης καθώς και η Μητρόπολη της Φλωρεντίας.
Τα υλικά που χρησιμοποιήθηκαν στην αρχιτεκτονική της Αναγέννησης ήταν και πολλά και ποικίλα. Το 15ο και το 16ο αιώνα στην Ιταλία χρησιμοποιούσαν λίθους και μάρμαρα. Ιδιαίτερα στη Ρώμη, ένας τοπικός λίθος, ο τραβερτίνος, εφαρμόστηκε πάρα πολύ λόγω του ότι ήταν εύκολος στη λάξευση. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης υλικά που αφαιρούνταν από αρχαία μνημεία σε τεράστιες ποσότητες. Το Κολοσσαίο, το Forum και οι Θέρμες στη Ρώμη είχαν καταντήσει λατομεία απ’ όπου μέχρι και τον 19ο αιώνα έπαιρναν μάρμαρα, τούβλα και πέτρες. Μεγάλη χρήση τούβλων γινόταν επίσης την εποχή εκείνη κυρίως σε θολωτές κατασκευές και σε τμήματα κτιρίων που δεν φαίνονταν, καθώς επίσης και μεγάλη χρήση κονιαμάτων και επιχρισμάτων. Οι εσωτερικοί χώροι των κτιρίων ήταν συνήθως επιχρισμένοι, ενώ σε ειδικά μνημεία είχαν γραπτή διακόσμηση (τοιχογραφίες).


ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΚΑΙ ΣΥΝΘΕΣΕΙΣ




Το γεγονός ότι οι αρχιτέκτονες της Αναγέννησης ήταν στην πλειοψηφία τους και ζωγράφοι και γλύπτες αλλά και γνώστες της κλασσικής παράδοσης ερμηνεύει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής. Βασική πρόθεση των δημιουργών ήταν η ομορφιά του κτιρίου ανεξάρτητα από το λειτουργικό ή δομικό του χαρακτήρα. Αυτοί οι ρυθμοί λοιπόν που δημιουργήθηκαν από τους «νεοφώτιστους» αρχιτέκτονες κατά κάποιο τρόπο τυποποιήθηκαν από τους εκπροσώπους τους, όπως για παράδειγμα από τον Palladio ή τον Vignola, και παρουσιάζουν πολλά στοιχεία από την κλασική αρχαιότητα εκφράζοντας το πνεύμα της εποχής.
Σύμφωνα με τη Ρωμαϊκή αρχιτεκτονική οι πέντε βασικοί ρυθμοί ήταν οι: τοσκανικός, δωρικός, ιωνικός, κορινθιακός και σύνθετος. Όλοι οι παραπάνω ρυθμοί αυτοί χρησιμοποιήθηκαν στην Αναγέννηση για τη διαμόρφωση προσόψεων, πρόπυλων, στοών και άλλων διακοσμητικών στοιχείων που εμπλούτιζαν τις όψεις των κτιρίων. Οι κορμοί των κιόνων άλλοτε ήταν αρράβδωτοι, άλλοτε με ραβδώσεις όπως οι ρωμαϊκοί, και άλλοτε καλύπτονταν με ανάγλυφα φύλλα. Σε άλλες περιπτώσεις οι κίονες μπορεί να είχαν μεικτή μορφή, αρράβδωτοι κατά ένα τμήμα με κυρτές και κοίλες ραβδώσεις στα υπόλοιπα.
Σε αντίθεση με τη Γοτθική αρχιτεκτονική, στην Αναγέννηση η σύνθεση των στοιχείων της πρόσοψης τόνιζε τόσο τη συμμετρία όσο και τη στατικότητα του οικοδομήματος. Τα γείσα, οι εξώστες και τα κυμάτια, όντας προεξέχοντα στοιχεία, τόνιζαν τις όψεις των κτιρίων με τον έντονο σκιοφωτισμό τους. Και στην Αναγέννηση όπως και στην κλασική αρχαιότητα εφαρμόστηκε η τριπλή διάρθρωση: βάση – κορμός – στέψη. Η καινοτομία εδώ, ήταν οι σειρές από μικρούς κιονίσκους σε στηθαία (ballustres) που έδιναν έμφαση στην οριζόντια γραμμή του κτιρίου.
Οι τοξοστοιχίες με ημικυκλικά τόξα ήταν πολύ συνηθισμένο στοιχείο σε εσωτερικές αυλές αλλά και κατά μήκος δρόμων κυρίως στην Ιταλία.




Τα αετώματα που επέστεφαν τμήματα προσόψεων δεν ήταν συνηθισμένα στην πρώτη περίοδο της Αναγέννησης αργότερα όμως εφαρμόστηκαν σε μεγάλη κλίμακα. Μια πολύ συχνά εφαρμοζόμενη μέθοδος ήταν ο χωρισμός της όψης σε ίσα τμήματα με ημικίονες ή παραστάδες και με παράθυρα ανάμεσα σε κάθε μετακιόνιο. Τα παράθυρα και οι πόρτες ακολουθούσαν πάντα τον κλασικό τύπο με παραστάδες δεξιά και αριστερά, θριγκό και μικρό αέτωμα. Πολύ συνηθισμένα ήταν τα τοξωτά ανοίγματα που κατασκευάζονταν από θολίτες σε ακτινοειδή διάταξη ενώ ο μεσαίος απ’ αυτούς τους θολίτες, το «κλειδί», είχε μεγαλύτερο μέγεθος και περίτεχνο διάκοσμο.
Τα παράθυρα δεν είχαν ούτε εσωτερικά χωρίσματα ούτε έγχρωμα υαλοστάσια (βιτρώ) όπως συνέβαινε στη γοτθική περίοδο.
Η ίδια διάταξη του χωρισμού των επιφανειών με ημικίονες ή παραστάδες εφαρμοζόταν και στο εσωτερικό των κτιρίων τόσο των εκκλησιαστικών όσο και των κοσμικών. Στις οροφές δημιουργούνταν φατνώματα με μικρές ή μεγάλες επιφάνειες διακοσμημένες. Όλα τα επιμέρους στοιχεία, ορθογώνιες ή κυκλικές κόγχες για την τοποθέτηση αγαλμάτων, ανοίγματα, κλίμακες κλπ, κατασκευάζονταν σύμφωνα με τους κλασικούς τρόπους σύνθεσης…
(η συνέχεια προσεχώς, ώρα 1.47 π.μ….νύσταξα!)

2 σχόλια:

  1. Olá amiga!
    Conheci seu cantinho... é tudo de bom... lindo, criativo e interessante!
    Parabéns pelo seu trabalho!
    Espero você em:
    magiadaines.blogspot.com
    Uma ótima semana!
    Beijinhos carinhosos.
    Itabira - Brasil

    ΑπάντησηΔιαγραφή